Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: γελοιογράφος
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
γελοιογράφος ο [jelioγráfos] Ο18 θηλ. γελοιογράφος [jelioγráfos] Ο35 : καλλιτέχνης που ασχολείται αποκλειστικά με τη γελοιογραφία.

[λόγ. γελοί(ος) -ο- + -γράφος· λόγ. θηλ. χωρίς διάκρ. γένους]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go