Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: γαϊτανοφρύδης
1 item total
[Λεξικό Κριαρά]
γαϊτανοφρύδης, επίθ.
  • Που έχει φρύδια λεπτά και καμπυλωτά όπως το γαϊτάνι:
    • γαϊτανοφρύδα και ωριά (Ch. pop 235).

[<ουσ. γαϊτάνι + φρύδι. Η λ. και σήμ.]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go