Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- γαλακτώδης -ης -ες [γalaktóδis] Ε11 : που μοιάζει με γάλα στο χρώμα ή στη σύσταση: ~ χυμός, που εκκρίνεται από διάφορα φυτά.
[λόγ. < αρχ. γαλακτώδης]



