Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- βλεννόρροια η [vlenória] Ο27 : οξύ και μολυσματικό αφροδίσιο νόσημα που συνίσταται σε φλεγμονή της ουρήθρας και πυώδη έκκριση.
[λόγ. < γαλλ. blennorrhée < αρχ. βλένν(α) -ο- + -rrhée = -ρροια]



