Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- βιομάζα η [viomáza] Ο25 : (βιολ.) όρος που αναφέρεται στο βάρος ή στη μάζα: α. των ζωντανών οργανισμών ενός ζωικού ή φυτικού είδους ανά μονάδα επιφανείας εδάφους ή όγκου νερού. β. του συνόλου των οργανισμών που ζουν μαζί σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον και αλληλοεπηρεάζονται.
[λόγ. βιο- + μάζα μτφρδ. αγγλ. biomass (bio- = βιο-)]