Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: βιολοντσελίστας
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βιολοντσελίστας ο [vjolontselístas] Ο3 θηλ. βιολοντσελίστρια [vjolontse lístria] Ο27 : μουσικός που παίζει βιολοντσέλο.

[ιταλ. violoncellista -ς· λόγ. βιολοντσελ(ίστας) -ίστρια]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go