Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βεργολυγερή
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βεργολυγερή η [verγolijerí] Ο29 : χαρακτηρισμός ψηλής, λεπτής και λυγερής γυναίκας.

[βέργ(α) -ο- + λυγερή]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες