Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βεντέμα
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
βεντέμα η.
  • Τρύγος:
    • να δίδουν τον άνωθεν μούστον … κάθα μήνα Σεπτέβρη, οπού είναι η βεντέμα (Βαρούχ. 2598).

[<βεν. vendema. Η λ. στο Βλάχ. και σήμ. ιδιωμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες