Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βενεδικτίνη
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βενεδικτίνη η [veneδiktíni] Ο30 : είδος λικέρ κίτρινου χρώματος.

[λόγ. < γαλλ. Bénédict(ine) -ίνη (σήμα κατατ.) (ορθογρ. δαν.)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες