Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βεγγέρα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βεγγέρα η [vengéra] Ο25α : βραδινή συγκέντρωση σε σπίτι για συζήτηση και διασκέδαση.

[ιταλ. (διαλεκτ.) vegghera]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες