Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: βαρκάδα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βαρκάδα η [varkáδa] Ο26 : περίπατος με βάρκα: Kάνω / πηγαίνω ~.

[βάρκ(α) -άδα (διαφ. το βεν. barcada `το φορτίο μιας βάρκας΄)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go