Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: βίπερ
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βίπερ το [víper] Ο (άκλ.) : είδος βιβλίων τσέπης με καθορισμένο σχήμα και μορφή.

[λόγ. σύντμ. βι(βλίο) + περ(ιπτέρου) (σήμα κατατ.)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go