Παράλληλη αναζήτηση
| 2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αφελληνισμός ο [afelinizmós] Ο17 : η απώλεια της ελληνικότητας. ANT εξελληνισμός: Ο ~ της Aνατολικής Ρωμυλίας. Ο κίνδυνος αφελληνισμού των Ελλήνων μεταναστών.
[λόγ. αφελληνισ- (αφελληνίζω) -μός]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αφελληνισμός [afelinizmós] ο, (L)
- removal or loss of one's Greek character (ant εξελληνισμός):
- ~ των Eλλήνων της Aμερικής |
- ~ της Bορείου Hπείρου |
- είναι υπεύθυνοι για τον αφελληνισμό της βιομηχανίας μας |
- ο θεός ξέρει πόσοι αιώνες δούλεψαν για τον αφελληνισμό των Kυπρίων (Palaiologos) |
- η παράταση της ελληνικής πολυγλωσσίας .. οδηγεί .. στο μορφωτικό αφελληνισμό των Nεοελλήνων (Christidis AK) |
- ένας συστηματικός ~ τής είχεν αποκλείσει τη γνωριμιά ακόμα και του παλαμικού έργου (Kournoutos) |
- ο κίνδυνος πλήρους αφελληνισμού ήταν μεγάλος στους εξήμισυ αιώνες της δουλείας (Theodoratos)
[fr kath (neol) αφελληνισμός, der of αφελληνίζω]
- removal or loss of one's Greek character (ant εξελληνισμός):



