Παράλληλη αναζήτηση
| 3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αφαιρετέος -α -ο [aferetéos] Ε4 : α.που πρέπει ή πρόκειται να τον αφαιρέσουν: Aφαιρετέο ποσό. β. (μαθημ., ως ουσ.) ο αφαιρετέος, ο αριθμός που τον αφαιρούν από έναν άλλο (το μειωτέο): Aν στο υπόλοιπο προσθέσουμε τον αφαιρετέο, βρίσκουμε το μειωτέο.
[λόγ. επίθ. < αρχ. ἀφαιρετέον `πρέπει να αφαιρεθεί΄, σημ. ανάλογη με τη σημ. του προσθετέος]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αφαιρετέος1 [aferetéos] ο,, (L) math
- quantity or number that is to be subtracted fr another, subtrahend (syn αφαιρέτης)
[fr kath (neol) ο αφαιρετέος (sc αριθμός), substantiv. m of αφαιρετέος2]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αφαιρετέος2, -α, -ο [aferetéos] (L) math
- to be subtracted:
- εκτελεί την αφαίρεση χωρίς να προσθέτει στο επόμενο αριστερά αφαιρετέο ψηφίο την κρατούμενη μονάδα (Sotirakis)
[fr kath αφαιρετέος ← PatrG (Julianus, Orat., 4th c.) ← AG (Plato), der of ἀφαιρῶ]
- to be subtracted:



