Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αυτοχθονιστής ο [aftoxθonistís] Ο7 : ο οπαδός του αυτοχθονισμού: H διαμάχη αυτοχθονιστών και Φαναριωτών κατά τους πρώτους χρόνους του νέου ελληνικού κράτους.
[λόγ. αυτοχθον- (δες αυτόχθονας) -ιστής]



