Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αυτοσχεδιαστής
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αυτοσχεδιαστής [aftos e∂iastís] ο, (L)
  • improviser, improvisator:
    • ~ γελοιογράφος, ηθοποιός, κωμικός |
    • δεν είμαι βέβαια στους περισσότερους και στους καλύτερους ίσως στίχους μου ~ (Palam) |
    • [ήταν] ιδιοφυΐα ως βιολιστής, .. ως μουσικός συνθέτης, ως ~ μουσικών κομματιών (Kanellop) |
    • o ~ της πρώτης νεανικής περιόδου υποχώρησε γλήγορα στον επίμονο και βασανιστικό λειτουργό του λόγου (Melas) |
    • ο Π. υπήρξε ~στο μύθο, ~ στη σύνθεση, ~ ακόμα και στη γλώσσα των διηγημάτων του (Sachinis)

[fr kath αυτοσχεδιαστής ← AG 'bungler' (Xenoph.), der of αυτοσχεδιασμός; cf also σχεδιαστής (Teucer, 1st c. AD) 'improvisator']

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες