Παράλληλη αναζήτηση
| 2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αυτοσχεδιασμός ο [aftosxeδiazmós] Ο17 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του αυτοσχεδιάζω: Ο θεατρικός ~ έχει περισσότερο το χαρακτήρα της αυτόματης παρά της έντεχνης συνειδητής δημιουργίας. || πράξη πρόχειρη και επιπόλαιη: Άσε τους αυτοσχεδιασμούς.
[λόγ. < αρχ. αὐτοσχεδιασμός]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αυτοσχεδιασμός [aftos e∂iazmós] ο, (L)
- act or result of improvising, extemporization, improvisation:
- απερίσκεπτος, γοργός, καλλιτεχνικός, μουσικός, πειθαρχημένος ~ |
- αυτοσχεδιασμοί του ηθοποιού, του τραγουδιστή |
- επικρίνει την κυβέρνηση για αυτοσχεδιασμούς και έλλειψη προβλεπτικότητας |
- τα μοιρολόγια .. τα ψάλλουν συνδυάζοντας αυτοσχεδιασμό και ανάμνηση (Dimaras) |
- ενεργούσα από δική μου πρωτοβουλία φροντίζοντας με αυτοσχεδιασμούς .. για τον επισιτισμό των κατοίκων (Theotokas) |
- παίξιμο εκ των προτέρων υπολογισμένο, αλλά τόσο ζωντανό, ώστε να φαίνεται ~ (Athanasiadis-N) |
- ο ζεϊμπέκικος δεν έχει βήματα, γιατί είναι καθ' ολοκληρίαν ~ (IPetrop)
[fr kath αυτοσχεδιασμός ← AG (Alcidamas, 18), der of αυτοσχεδιάζω]
- act or result of improvising, extemporization, improvisation:



