Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αυτοσυσχέτιση
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αυτοσυσχέτιση [aftosis étisi] η, gen αυτοσυσχέτισης & αυτοσυσχετίσεως, (L) statist
  • autocorrelation (syn εσωσυσχέτιση):
    • συνάρτηση αυτοσυσχετίσεως autocorrelation function |
    • συντελεστής αυτοσυσχετίσεως autocorrelation coefficient [fr kath (neol) αυτοσυσχέτισις, cpd w. kath συσχέτισις (Koumanoudis

[1888 etc])]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες