Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αυτοσυνειδησία [aftosini∂isía] η, (L) = αυτοσυνείδηση
- :
- χωρίς την επιστροφή στις ρίζες δεν είναι δυνατόν .. ν' αποκτήσομε την ~, που απαιτεί η κρίσιμη ώρα της ιστορίας (Theodorakop) |
- φανατικός για γράμματα υπήρξα από την πρώτη στιγμή της αυτοσυνειδησίας μου (Panagiotop) |
- αποτελεί ένα συνεχές κήρυγμα αυτογνωσίας του ατόμου και αυτοσυνειδησίας της ανθρωπότητας (Vacalop) |
- κατοχύρωνε .. την πολιτική ~ του ακμαίου ακόμα δημοκρατικού κόσμου της Aθήνας (Delivorias)
- [fr kath (neol:
- Koumanoudis)
[1849 etc]) αυτοσυνειδησία, der of (Koumanoudis: 1864) αυτοσυνείδητος; cf ασυνειδησία (ασυνείδητος)]



