Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αυτοσυνείδηση [aftosiní∂isi] η, (L)
- consciousness or understanding of one's own self, self-consciousness (syn αυτοσυνειδησία, near-syn αυτογνωσία, αυτοσυναίσθηση):
- εθνική, ιστορική, πνευματική ~ |
- αυστηρή, βαθιά, ζωηρή ~ |
- αποκτά, παίρνει ~ |
- άλλες [μονάδες] βρίσκονται σε κατάσταση νάρκης, άλλες είναι ξύπνιες κι έχουν ~ (Kanellop) |
- η επιστροφή στις αιώνιες πηγές των Eλλήνων .. δίνει στον Eυρωπαϊκό πολιτισμό .. την ~ της ιστορικότητάς του (Theodorakop) |
- τα κύρια στοιχεία της ηθοποιίας είναι η ~, η ψυχρή σκέψη και η σπουδή (Athanasiadis-N) |
- αυτή η έλλειψη ταλέντου στον Π. συμβαδίζει με .. την έλλειψη αυτοσυνείδησης και αυτοκριτικής (Sachinis) [fr kath (neol |
- Koumanoudis
[1896]) αυτοσυνείδησις, cpd w. συνείδησις]
- consciousness or understanding of one's own self, self-consciousness (syn αυτοσυνειδησία, near-syn αυτογνωσία, αυτοσυναίσθηση):



