Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αυτοδιοικητικός, -ή, -ό [afto∂iicitikós]
- of or pertaining to local government:
- αυτοδιοικητική νομοθεσία |
- τοπικές αυτοδιοικητικές αρχές [fr kath (neol |
- Koumanoudis
[1886, 1895, 1897]) αυτοδιοικητικός, cpd w. διοικητικός; cf adv διοικητικώς (Koumanoudis: 1854 etc)]
- of or pertaining to local government:



