Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αυτοβιογράφημα [aftovioγráfima] το, (L)
- autobiographical piece:
- αποκαλυπτικό, δραματικό ~ |
- δεν είναι μόνο τα ιστορικά συγγράμματα που βρίσκονται σε αέναη σύγκρουση αναμεταξύ τους· είναι και τ' αυτοβιογραφήματα και τ' απομνημονεύματα (Panagiotop)
[fr kath (neol) αυτοβιογράφημα, der of αυτοβιογραφούμαι; cf βιογράφημα (Koumanoudis: 1862 etc]
- autobiographical piece:



