Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αυτοαναίρεση [aftoanéresi] η, (L)
- ① self-repeal, self-cancellation, self- negation, self-refutation (near-syn αυτοδιάλυση 2, αυτοκατάλυση 1):
- αυτοαναίρεση των δικαιωμάτων |
- ~ της θεωρίας |
- ίσως .. στην θεωρία του αποανθρωπισμού να οφείλεται η ~ και το τραγικό αδιέξοδο πολλών σύγχρονων έργων (Dizikirikis)
- ② phr ~ (της) ζωής suicide (syn αυτοκτονία) [fr kath (neol:
- Koumanoudis
[1894] αυτοαναίρεσις, cpd w. αναίρεσις]
- ① self-repeal, self-cancellation, self- negation, self-refutation (near-syn αυτοδιάλυση 2, αυτοκατάλυση 1):



