Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ατμοποίηση
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
ατμοποίηση [atmopíisi] η, (L)
  • vaporization, evaporation (syn εξάτμιση, near-syn ατμοπαραγωγή)

[fr kath (neol: Koumanoudis) ατμοποίησις, der of ατμοποιώ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες