Παράλληλη αναζήτηση
| 2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ασυμβατότητα η [asimvatótita] Ο28 : η ιδιότητα του ασύμβατου.
[λόγ. ασύμβατ(ος) -ότης > -ότητα]
[Λεξικό Γεωργακά]
- ασυμβατότητα [asimvatόtita] η, (L) med
- incompatibility (syn ασυμβίβαστο 2b):
- ~
[fr kath (neol) ασυμβατότης, der of AG (+) ἀσύμβατος 'irreconcilable']
- incompatibility (syn ασυμβίβαστο 2b):



