Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αστροβολιά
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αστροβολιά [astrovoljá] η, region.
  • ① inauspicious influence of the stars
  • ② in adv function in a flash, instantaneously (syn αστραπή 3):
    • poem .. τον ουρανό να σκίσω, | να φτάσω ~στον αγαπό, να δω το τι με θέλει (Kazantz Od 24.1116)

[fr K ἀστροβολία, cpd w. combin form -βολία; cf αμφιβολία, λιθοβολία etc]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες