Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αστραποβρόντι
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Γεωργακά]
αστραποβρόντι [astrapovrόndi] το, s. αστραποβροντή
:
  • poem ~ξάργου τρύπησε | τη σκοτεινήν ανεμοζάλη (Skipis)

[der of αστραπόβροντο; cf ανεμοβρόχι (ανεμόβροχο)]

[Λεξικό Κριαρά]
αστραποβρόντισμα το.
  • Aστραπές και βροντές:
    • (Tζάνε, Kρ. πόλ. 55125).

[<αστραποβροντώ κατά τα ουσ. σε ισμα. T. αστραπουβρόντ’σμα σήμ. ιδιωμ. (IΛ, λ. ημα)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες