Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ασπριστής
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
ασπριστής [aspristís] ο,
  • whitewasher (syn ασπριτζής, near-syn L υδροχρωματιστής)

[fr postmed (Somavera) ασπριστής, der of ασπρίζω]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες