Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αρχιλοχίας
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αρχιλοχίας ο [arxiloxías] Ο3 : (στρατ.) βαθμός υπαξιωματικού του στρατού ξηράς, ανώτερος από τον επιλοχία και κατώτερος από τον ανθυπασπιστή.

[λόγ. αρχι- + λοχίας]

[Λεξικό Γεωργακά]
αρχιλοχίας [arçiloçías] ο, (L) milit
  • warrant officer

[fr kath (neol) αρχιλοχίας, cpd w. λοχίας]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες