Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αρχιγραμματέας
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αρχιγραμματέας ο [arxiγramatéas] Ο21 : 1.προϊστάμενος γραμματέων. 2. (ιστ.) ~ της επικράτειας, ονομασία του πρωθυπουργού κατά την περίοδο της βασιλείας του Όθωνα.

[λόγ. αρχι- + γραμματέας]

[Λεξικό Γεωργακά]
αρχιγραμματέας [arçiγramatéas] ο, (& Aρχιγραμματέας & L αρχιγραμματεύς)
  • ① Gr Orthod Ch secretary general, chancellor (syn phr γενικός γραμματέας):
    • ο ~της Συνόδου θα θέσει τυπικά υπόψη του Aρχιεπισκόπου το τηλεγράφημα του μητροπολίτη |
    • ο ~ είναι το τρίτο πρόσωπο που θα παρακαθίσει στην πατριαρχική τράπεζα (Palaiologos)
  • ② ModG hist, obsol title of prime minister during the first years of Independence (syn πρωθυπουργός):
    • ο Kωλέττης υπόγραψε τη διαταγή, σαν Aρχιγραμματέας που είναι, να βγούνε όλοι και να πάνε να χτυπήσουνε τους αντάρτες (Petsalis)

[fr kath αρχιγραμματεύς ← LK, cpd w. γραμματεύς]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες