Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αρμονική [armonicí] η,
- ① mus harmonics:
- η ~ |
- για τον Παχυμέρη ως λόγιο μαρτυρεί ακόμη η πραγματεία του για τη μουσική ή ~ (id.) |
- στα τελευταία κουαρτέτα του Beethoven και στον Tριστάνο ζούμε πίσω από την αισθητηριακή εντύπωση ένα ολόκληρο κόσμο άλλων εντυπώσεων, γιατί η ~ μάς υποβάλλει εκεί με τη μαγεία της ξανθά, σκούρα, σκυθρωπά, χρυσά χρώματα (Papanoutsos)
- ② phys a component frequency of a harmonic motion that is an integral multiple of the fundamental frequency, harmonic:
- ~
[substantiv. f of αρμονικός]
- ① mus harmonics: