Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αριθμητική
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αριθμητική η [ariθmitikí] Ο29 : 1.οι τέσσερις πράξεις των αριθμών (πρόσθεση, αφαίρεση, πολλαπλασιασμός, διαίρεση). 2. (μαθημ.) κλάδος των μαθηματικών που ασχολείται με τις ιδιότητες και τις πράξεις των αριθμών: Είναι καλός / αδύνατος στην ~. || το σχολικό μάθημα και το αντίστοιχο βιβλίο: Πήρε καλό / κακό βαθμό στην ~. Tετράδιο / βιβλίο αριθμητικής.

[λόγ. < αρχ. ἀριθμητική]

[Λεξικό Γεωργακά]
αριθμητική [ariθmiticí] η,
  • ① arithmetic:
    • θεωρητική, πρακτική ~ |
    • είναι καλός στην ~ |
    • με τις "άπειρες σειρές" εφαρμόσθηκε πραγματικά η ~ στις ιδέες του απείρου (Kanellop) |
    • η ζωή θα διευθύνεται από εδώ και πέρα από την ~ κι όχι από τη σοφία (Evelpidis)
  • ② lesson or school subject of arithmetic (syn μαθηματικά):
    • αύριο έχουμε ~ |
    • φέτος δεν κάναμε καθόλου ~
  • ⓐ school-book of arithmetic:
    • στο τέλος της χρονιάς κάψαμε τις αριθμητικές και τις γραμματικές

[fr kath αριθμητική ← postmed (Somavera) ← K, AG ἀριθμητική (sc επιστήμη, τέχνη) substantiv. f of ἀριθμητικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες