Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αρθρόποδα τα [arθrópoδa] Ο40 : (ζωολ.) συνομοταξία ζώων που έχουν σώμα και πόδια με πολλές αρθρώσεις: H αράχνη ανήκει στα ~. Tα περισσότερα ~ είναι έντομα.
[λόγ. < γερμ. Arthropoden < αρχ. ἄρθρ(ον) στη σημ.: `άρθρωση του σώματος΄ -ο- + αρχ. ποδ- (δες πόδι) -ον, πληθ. -α]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αρθρόποδα [arθrόpo∂a] τα, (L) zoo
- phylum consisting of articulate invertebrate animals having jointed limbs (including insects, arachnids, crustaceans etc), arthropoda:
- σοκολάτες γεμάτες φουντούκια αλλά και ~ κατηγορείται ότι πούλησε ο ζαχαροπλάστης
[fr kath (neol Koumanoudis) αρθρόποδα ← ISV arthropoda, cpd of Gr άρθρον & combin form -όποδα (: πους)]
- phylum consisting of articulate invertebrate animals having jointed limbs (including insects, arachnids, crustaceans etc), arthropoda: