Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αραμπαδάκι
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αραμπαδάκι [araba∂áci] το,
  • small cart (near-syn αμαξάκι, καροτσάκι):
    • folkt την κουβαλούσανε πάνω σ'ένα ~που το 'σερνε ένα γαϊδούρι

[dimin of αραμπάς (pl -άδες) w. suff -άκι]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες