Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αραβικά
3 εγγραφές [1 - 3]
[Λεξικό Κριαρά]
αραβικά, επίρρ.
  • Στην αραβική γλώσσα:
    • Aι λέξεις σημαίνουν … αραβικά … (Iατροσ. 2069).

[<επίθ. αραβικός. H λ. και σήμ.]

[Λεξικό Γεωργακά]
αραβικά1 [araviká] adv (L)
  • in the Arabic language, in Arabic (syn αραβιστί L, αράπικα, syn phr στα αραβικά):
    • ειδικοί σοφοί μετάφραζαν ~την ελληνική σοφία (Kazantz)

[der of αραβικά2]

[Λεξικό Γεωργακά]
αραβικά2 [araviká] τα, (L)
  • Arabic (language) (syn η αραβική L, αράπικα):
    • γράφω, καταλαβαίνω, μαθαίνω, μιλώ ~ |
    • η συζήτηση γίνεται στ' ~ (Tsirkas) |
    • από τα ~ μεταφράσθηκε ο Aριστοτέλης στα λατινικά (Theodorakop, adapted)

[fr MG αραβικά, der of αραβικός; cf αγγλικά, γαλλικά, ελληνικά etc]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες