Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- απόστρατα [apóstrata] adv
- off or away fr the road (syn ξέστρατα):
- γιατί το πηγαίνεις το μουλάρι ~; |
- κάθισε ~ να ξανασάνει
[cpd w. στράτα]
- off or away fr the road (syn ξέστρατα):



