Παράλληλη αναζήτηση
| 4 εγγραφές [1 - 4] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- απόβροχα [apóvroxa] επίρρ. χρον. : (λαϊκότρ.) μετά τη βροχή.
[απόβροχ(ο) επίρρ. -α]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αποβροχάρης1 [apovroxáris] ο,
- wind blowing after rain:
- τον ζωογονούσε ο νυχτερινός ~ (Xenop) |
- poem ξεσπά στο κύμα το θολό ..| .. το μάνισμα του κρύου αποβροχάρη (Malakasis)
[substantiv. m of αποβροχάρης2]
- wind blowing after rain:
[Λεξικό Γεωργακά]
- αποβροχάρης2, -α [apovroxáris] (& Seferis -αποβροχάρισσα)
- coming or occurring after the rain (syn αποβροχάρικος, απόβροχος):
- ~ αέρας, καιρός, ουρανός |
- poem .. η γης ευώδαε αποβροχάρα (Kazantz Od 1.344) |
- δε σπαν οι αχτίδες οι στερνές του ηλιού του αποβροχάρη κλ (Sikel) |
- .. στ' αγκάθια τριγυρίζαν | ψιλές αποβροχάρισσες ανάσες (Seferis)
[der of απόβροχο w. suff -άρης]
- coming or occurring after the rain (syn αποβροχάρικος, απόβροχος):
[Λεξικό Γεωργακά]
- αποβροχάρικος, -η, -ο [apovroxárikos] s. αποβροχάρης2
- :
- ~ ήλιος |
- αποβροχάρικο φως |
- αποβροχάρικα λουλούδια |
- το χώμα ευώδιαζε με αποβροχάρικες μυρωδιές (Vasilikos) |
- poem κ' έλαμπε ο νους του, αποβροχάρικη βουνοκορφή στον ήλιο (Kazantz Od 16.1374)
[der of αποβροχάρης2 w. suff -ικος]



