Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αποφτάνω
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
αποφτάνω.
  • Φτάνω (στον προορισμό μου):
    • στη χώραν αποφτάνει (Στάθ. B´ 320).

[<πρόθ. από + φτάνω. H λ. και σήμ. κρητ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες