Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αποσπερίς
3 εγγραφές [1 - 3]
[Λεξικό Κριαρά]
αποσπερίς, επίρρ.· αποσπερί.
  • Το βράδι (επιρρ.):
    • (Μάξιμ. Καλλιουπ., Κ. Διαθ. Μάρκ. ιγ´ 35).

[<επίρρ. αποσπέρας αναλογ. με επιρρ. σε ίς. H λ. στο Somav. (λ. σπέρας) και σήμ. ιδιωμ., καθώς και ο τ. (IΛ, λ. αποσπέρα)]

[Λεξικό Γεωργακά]
αποσπερίς [aposperís] adv
  • ① on or since the previous evening (syn αποσπέρα 1):
    • folkt θέλει να τα ετοιμάσουμε ~ όλα (Megas) |
    • δυο τρεις επήγαν ~ και τον εμέθυσαν (Loukatos)
  • ② in the evening (syn αποβραδιού, αποβραδύς b):
    • folks. ποιος είδεν ήλιο ~ κι άστρα το μεσημέρι (Theros)

[fr postmed (Somavera) αποσπερίς, der of αποσπέρα by anal. to ενωρίς, αποβραδύς]

[Λεξικό Γεωργακά]
αποσπέρισμα [apospérizma] το, lit
  • time around sunset, evening (syn απόβραδο, απόσπερνο, απόσπερο, δειλινό):
    • φταίει το αποψινό ~, τ' αστέρι το λαμπρό που έτρεμε βασιλεύοντας και τάραξε το είναι μου (Karkavitsas)

[fr postmed (Somavera) αποσπέρισμα, der of αποσπερίζω]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες