Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αποξένωμα
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αποξένωμα [apoksénoma] το,
  • estrangement, alienation (syn L αποξένωση)

[der of αποξενώνω]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες