Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αποβραδίς
3 items total [1 - 3]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αποβραδίς [apovraδís] επίρρ. χρον. : από το βράδυ ή κατά το βράδυ της προηγούμενης μέρας: Πάντα το φαγητό το ετοίμαζε ~. Tον είδα ~.

[μσν. αποβραδίς < φρ. από βραδ(ύ) αναλ. προς άλλα επιρρ. -ίς: νωρίς]

[Λεξικό Κριαρά]
αποβραδίς, επίρρ.
  • Tο περασμένο βράδι:
    • (Zήν. Γ´ 255).

[<πρόθ. από + επίρρ. βραδί κατά τα επιρρ. ολημερίς, οληνυκτίς, κ.ά. H λ. στο Somav. (ύς, μετά λ. βραδυνός) και σήμ.]

[Λεξικό Γεωργακά]
αποβραδίς s. αποβραδύς.
< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go