Παράλληλη αναζήτηση
| 2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- απηλιώτης ο [apilótis] Ο10 : (ναυτ.) ο ανατολικός άνεμος· λεβάντες.
[λόγ. < αρχ. ἀπηλιώτης]
[Λεξικό Γεωργακά]
- απηλιώτης [apiljótis] ο, (L) naut
- east wind (syn λεβάντες):
- ο σορόκος γύρισε σε απηλιώτη μαλακό και γλυκό (Karagatsis)
[fr kath απηλιώτης ← PatrG, K (also pap), AG (Ion.) ἀπηλιώτης (sc ἄνεμος), this fr phr ἀπ' (tm)λίου; later AG form ἀφηλιώτης]
- east wind (syn λεβάντες):



