Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: απευθείας
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
απευθείας [apefθías] επίρρ. τροπ. : 1.χωρίς παρεκκλίσεις από την καθορισμένη πορεία ή χωρίς στάσεις ή ενδιάμεσους σταθμούς· κατευθείαν: Πήγε ~ στη Nέα Yόρκη χωρίς να περάσει από το Παρίσι. || (ως επίθ.): ~ πτήση για Nέα Yόρκη. 2α. χωρίς τη μεσολάβηση ή την παρεμβολή κανενός: Tο βιβλίο μεταφράστηκε ~ από τα ισπανικά. || (ως επίθ.): ~ συνομιλίες των δύο κοινοτήτων στην Kύπρο. β. για ζωντανή αναμετάδοση τηλεοπτικού ή ραδιοφωνικού προγράμματος: Θα συνδεθούμε ~ με το Ολυμπιακό Στάδιο του Mονάχου. || (ως επίθ.): Σε ~ σύνδεση θα παρακολουθήσετε τον αγώνα της Εθνικής ομάδας.

[λόγ. < ελνστ. φρ. ἀπ΄ εὐθείας]

[Λεξικό Γεωργακά]
απευθείας [apefθías] adv (rarely written απ' ευθείας) (L)
  • ① in a straight or direct line, without deviation, directly, straight (syn κατευθείαν, near-syn ίσια):
    • όταν γύρισε απ' το ταξίδι, δεν τόλμησε να 'ρθει ~ στο σπίτι (Tachtsis) |
    • το φερυμπόουτ εκτελεί και δρομολόγιο ~ για Λειξούρι - Aργοστόλι (Varelas) |
    • οι πεσσοί αντιστηρίζουν τα πλευρά των λοφίων προς βορρά και νότο ~ (Michelis) |
    • το κίνημα των καρμπονάρων ερχόταν ~ από τη γαλλική επανάσταση (Roussos) |
    • κατάγουμαι ~ από τους βυζαντινούς ασκητές (Kazantz)
  • ⓐ in adj function direct:
    • μπορούμε να αποφύγουμε την απόκλιση του δρόμου με μια ~ ανάβαση ως την κορυφή (Varelas) |
    • να μην κατοικείτε ποτέ σε υπόγεια, όπου λείπει το ~φως (Saratsis) |
    • οι χαριτωμένες ξεναγοί της Kρήτης είναι ~ απόγονοι των μινωικών πριγκιπισσών (Chatzinis, adapted)
  • ② w. nothing intervening, without an intermediary, directly (syn άμεσα, κατευθείαν, ant έμμεσα):
    • πληρώνω ~ στο ταμείο |
    • γράφω ~ στο διευθυντή |
    • τα βιβλία του γράφτηκαν ~ στα ελληνικά |
    • ο ποιητής μιλά ~ στο κοινό |
    • οι εργοδότες διαπραγματεύονται ~ με τους εργάτες |
    • αντικείμενα ζωγραφισμένα ~ από τη φύση |
    • το μοναστήρι εξαρτάται ~ από το πατριαρχείο |
    • ο τρίτος έχει δικαίωμα ν' απαιτήσει την παροχή ~ από κείνον που έδωσε την υπόσχεση (Christidis AK) |
    • αν δε θα μπορούσε ~, θα έφτανε κάποτε, μέσω των παιδιών, να γνωρίσει τον πατέρα τους (Venezis) |
    • ο λόγος της πηγάζει απ' τ' ανάβρυσμα της καρδιάς ~, δίχως παρέμβαση (Vrettakos, adapted) |
    • το μαντήλι το χρησιμοποίησαν στο χορό, για να μην ακουμπάει το χέρι του νέου στο χέρι της νέας ~ (Stratou)
  • ⓑ in adj function direct, immediate (syn άμεσος 1):
    • η ~ επικοινωνία, συζήτηση, συνεννόηση |
    • οι ~ εκλογές της ευρωπαϊκής βουλής |
    • ~ διανομή των κερδών στους εργαζόμενους |
    • σήμερα ο εγχώριος έρχεται σε ~ επαφή με τους ευρωπαϊκούς οίκους (Kazantz) |
    • μερικά ποιήματα απόμειναν κλασικά, γιατί βρίσκουν μιαν ~ απήχηση στη λαϊκή ψυχή (Chatzinis) |
    • οι δυνάμεις του λαού γίνονται τόσο πιο σεβαστές, όσο περισσότερο στρέφονται στην ~ θεραπεία των δικών του συμφερόντων (Ploritis) |
    • ένα a priori περιεχόμενο μπορεί να δοθεί στη συνείδηση με την ~ εποπτεία και όχι διαμέσου των αισθήσεων (Papanoutsos)
  • ③ without intermediate steps, directly, straightaway, promptly (syn κατευθείαν, near-syn αμέσως 2):
    • τους αντάρτες που πιάνουν δεν τους προσάπτουν καμιά κατηγορία· τους φυλακίζουν ~ (RKatselli) |
    • όταν πέσει στην αντίληψή μας ένας άνθρωπος, αισθανόμαστε ~ ότι μέσα στους λόγους του εκφράζεται κατιτί ψυχικό (Papanoutsos) |
    • μπορεί με εξετάσεις να γίνει δεκτός ~ στη δευτέρα τάξη του λυκείου (id.)
  • ④ in plain terms, openly, straight (syn ανοιχτά 4, ant πλάγια):
    • απαντά, μιλά, ρωτά ~ |
    • αυτό δεν της το έλεγε ποτέ ~, πάντοτε πλαγίως, με υπαινιγμούς (Xenop) |
    • ο Πλάτων κριτικάρει τους άλλους σωκρατικούς, πλάγια πάντοτε και με υπονοούμενα, ποτέ ονομαστά και ~ (Papanoutsos)
  • ⑤ in direct relation to, directly (ant αντιστρόφως 3):
    • η παραλλακτική αξία ενός πράγματος είναι ~ ανάλογη της εφευρετικότητας του παραλλάκτη (Chakkas)

[cpd fr kath adv phr απ' ευθείας ← LK (Plutarch)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες