Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- απεξάρτηση η [apeksártisi] Ο33 : η απαλλαγή του οργανισμού ενός ανθρώπου από την εξάρτησή του από ναρκωτικές κτλ. ουσίες.
[λόγ. απ(ο)- εξάρτη(σις) -ση]