Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: απαστικοποίηση
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
απαστικοποίηση [apastikopíisi] η, (L)
  • movement away fr cities, reversal of urbanization, de-urbanization (ant L αστικοποίηση):
    • η ~ ή μάλλον η αγροτοποίηση της αυτοκρατορίας δημιουργείται από τον όγδοο αιώνα και έπειτα

[fr kath απαστικοποίησις, der of απαστικοποιώ, or cpd of απ(ο)- & αστικοποίησις]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες