Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- απανθρωπισμός [apanθropizmós] ο, (L)
- dehumanization (syn L απανθρωποποίηση):
- ο σοσιαλισμός ενέτεινε τον απανθρωπισμό μεταξύ ανθρώπων και λαών (Theodorakop) |
- οι διαφορές, οι αθλιότητες, οι αντιθέσεις, οι ακρότητες και τα ξεχαλινωμένα ένστικτα μπορούν να θεωρηθούν σαν ~ (Karantonis, adapted)
[fr kath (neol Koumanoudis) απανθρωπισμός, der of απανθρωπίζω; cf AG ἀνθρωπισμός, pap κατανθρωπισμός]
- dehumanization (syn L απανθρωποποίηση):



