Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: απανθρωπιά
3 εγγραφές [1 - 3]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
απανθρωπιά η [apanθropxá] Ο24 : η ιδιότητα του απάνθρωπου· η έλλειψη ευαισθησίας και ανθρώπινων αισθημάτων· σκληρότητα, ωμότητα, ασπλαχνία. ANT ανθρωπιά. || πράξη σκληρή, βάρβαρη.

[λόγ. < ελνστ. ἀπανθρωπία, αρχ. σημ.: `έλλειψη κοινωνικότητας΄ προσαρμ. στη δημοτ. με συνίζ. για αποφυγή της χασμ.]

[Λεξικό Κριαρά]
απανθρωπία η.
  • Σκληρότητα:
    • (Iστ. Bλαχ. 2299).

[μτγν. ουσ. απανθρωπία. H λ. και σήμ.]

[Λεξικό Γεωργακά]
απανθρωπία [apanθropía] η, (& D απανθρωπιά) (L)
  • ① lack of humane manners or feelings, inhumanity (near-syn ασπλαχνία, σκληρότητα, ant ανθρωπιά):
    • πολιτική ~ |
    • της φέρονται με ~ |
    • τέρας απανθρωπιάς |
    • μεγάλες ιδέες γεμάτες απανθρωπιά |
    • αν δεν αναγνωρίσουμε τα δικαιώματα του κάθε ατόμου στη ζωή, πέφτουμε στην ~ (Theotokas) |
    • η καταστροφή ξεπερνά σ' ~ ό,τι κι αν σοφίστηκαν ως τώρα κακούργοι (ChZalokostas) |
    • poem βλέπω η αγάπη να φιλεί κ' η ~ να σφάζει (Athanas)
  • ② inhuman or cruel act (syn βαρβαρότητα):
    • δεν σας έχω ικανό για τέτοια απανθρωπιά (Palaiologos) |
    • παραλείπει μόνο τις απανθρωπίες ή τα στρατιωτικά ατυχήματά του (Kanellop, adapted) |
    • σαν είδε ο καπετάνιος τέτοιες απανθρωπίες, δεν άντεξε η ελληνική ψυχή του κλ (ChZalokostas)

[fr postmed (Somavera) απανθρωπία ← MG, PatrG ← K (also pap), AG]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες