Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αξιολογικώς
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αξιολογικώς [aksioloyikós] adv (L) = αξιολογικά
:
  • όλα τα πράγματα του εσωτερικού και του εξωτερικού κόσμου ανακατατάσσονται ~ (Theodorakop)

[fr kath αξιολογικώς, der of αξιολογικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες