Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ανωνυμογράφος
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ανωνυμογράφος ο [anonimoγráfos] Ο18 : αυτός που δημοσιεύει ή που στέλνει ανώνυμες επιστολές ή άλλα κείμενα, συνήθ. μειωτικά, για κπ. που δεν έχει το θάρρος να αποκαλύψει το όνομά του.

[λόγ. ανώνυμ(ος) -ο- + -γράφος]

[Λεξικό Γεωργακά]
ανωνυμογράφος [anonimoγráfos] ο, η, (L)
  • anonymous author of a letter, literature etc:
    • απειλές ανωνυμογράφων |
    • έριξα τόσα πράματα, ιστορίες και στοχασμούς σε τούτα τα χαρτιά και δε βρήκα την τόλμη να ξεστομίσω το παρανόμι μου· ένας ~! (Panagiotop)

[fr kath (neol Koumanoudis) ανωνυμογράφος, cpd w. combin. form -γράφος; cf απομνημονευματογράφος, διηγηματογράφος, πεζογράφος etc]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go