Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: αντιπροσαρμογή
1 item total
[Λεξικό Γεωργακά]
αντιπροσαρμογή [andiprosarmoyí] η, (L)
  • reverse adaptation, counteradaptation:
    • ο Σπένσερ ορίζει τη ζωή ως συνεχή προσαρμογή των εσωτερικών προς τους εξωτερικούς όρους, για τον άνθρωπο όμως ισχύει περισσότερο η ~ του περιβάλλοντος προς τις ανάγκες του (Theodorakop)

[cpd w. προσαρμογή]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go